Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2008

Το πρώτο μας παιδικό θέατρο!

Τι όμορφο απόγευμα γεμάτο συγκινήσεις! Πήγαμε στο πρώτο μας παιδικό Θέατρο!



Στο Ρέθυμνο, έχουμε την τύχη, να έχουμε άτομα με μεράκι και ευαισθησίες. Έχουν σκαρώσει εδώ και είκοσι χρόνια, μια θεατρική ομάδα τον «Θεατρικό Περίπλου». Ανεβάζουν τουλάχιστον δύο έργα τον χρόνο. Συχνά τον Λόρκα διαδέχονται παραμύθια και τα παιδιά παίρνουν θέση δίπλα στους μεγάλους, για να χαϊδέψουν οι ηθοποιοί και τις δικές τους ψυχές.
Έτσι και εμείς. Σάββατο με την μαμά μας να δουλεύει, τι καλύτερο για να περάσουμε δημιουργικά την ώρα μας. Έπαιζε και το σούπερ μάρκετ, για ψώνια, όμως σαν ιδέα χλόμιασε μπρος στην προοπτική του παιδικού Θεάτρου.
Η απόσταση μέχρι το θεατράκι περπατήσιμη. Κάπως μακριά για να τραβολογάς 2 νήπια, ειδικά στην επιστροφή. Τη λύση σε αυτές τις περιπτώσεις δίνει το ποδηλατάκι μας. Ένα από αυτά τα τρίκυκλα, με χώρο για να βάζει το παιδί καθιστό τα ποδαράκια του (ειδικά όταν δεν φτάνει να γυρίσει τα πετάλια –όπως τα δικά μου-), και ένα μεταλλικό μπαστούνι στο πίσω μέρος, που σου δίνει την δυνατότητα να το σπρώχνεις και να το κατευθύνεις. Ένα το ποδήλατο και δύο τα βλαστάρια μου. Τι κάνουμε; Το ένα κάθεται μπροστά και «οδηγεί», ενώ το άλλο κάθεται-ακουμπά πάνω στο μεταλλικό μπαστούνι και κάνει το συνοδηγό. Σχεδόν πάντα θέλουν και τα δύο να οδηγούν! Για να μην αδικηθεί κανένας, ο ένας οδηγεί στον πηγαιμό και ο άλλος στο γυρισμό. Δυστυχώς σπάνια συμφωνούν ποιος θα οδηγήσει πρώτος και ποιος δεύτερος. Τη λύση δίνει το νόμισμα…
Παίρνω ένα κέρμα, τους δείχνω την μια του πλευρά και την ονομάζουμε Ερμή (ειδικά αν έχει κάποια ανδρική μορφή επάνω) και την άλλη την ονομάζουμε Χαρά (ειδικά αν έχει κάποια γυναικεία μορφή). Το νόμισμα στρίβει στο αέρα, προσγειώνεται στην παλάμη μου και από εκεί στη ράχη το άλλου χεριού μου. Προετοιμάζω το κοινό μου με κάποια εμπνευσμένη φράση του στυλ «και ο πρώτος οδηγός για σήμερα είναι…»(τραβάω λίγο την τελευταία συλλαβή για να μεγαλώσω το «σασπένς») και ενώ τα δίδυμα σκύβουν με αγωνία, σηκώνω το χέρι μου για να ακουστεί ο Ερμής με ένα περίεργο μίγμα ενθουσιασμού και απογοήτευσης «η …Χουλούνα!». Η αλήθεια είναι ότι ο μικρός μου δεν είναι συνηθισμένος να χάνει στα παιχνίδια της τύχης. Τις περισσότερες φορές σε εκείνον πέφτει ο κλήρος, έτσι έλαμψε το προσωπάκι της Χαράς μου η οποία θριαμβολογούσε καθώς προσγειωνόταν στην θέση του οδηγού: «εγώ θα οδηγήσω πρώτη, εγώ θα οδηγήσω πρώτη»(λες και δυσκολευόταν να το πιστέψει). Ο Ερμής είχε σκοτεινιάσει, όμως ούτε που διανοούταν να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα. Ήξερε ότι ποτέ δεν αλλάζουμε τους κανόνες, γιατί μόνο χαμένος μπορούσε να βγει. Από την άλλη, δεχόμενος το αποτέλεσμα, έστω εμφανώς απογοητευμένος, με ανάγκασε να βρω κάτι για να τον ανακουφίσω.
«Και ο χαμένος κερδίζει το νόμισμα για να το βάλει στον κουμπαρά του» με ακούει να του ανακοινώνω και με ικανοποίηση βάζει το κέρμα σε μια τσεπούλα του μπουφάν του, καθώς ξεκινάμε για το θέατρο.
Τα μικρά μου κυριολεκτικά βυθίζονται στην φαντασία τους και από εκεί βαθιά, μέσα από τις διαθλάσεις του μυαλού τους, συλλαμβάνουν τον κόσμο μας. Κάποιες φορές όμως τρομάζουν, όταν χωρίς να το πάρουμε χαμπάρι βουτάμε και εμείς στο φανταστικό τους κόσμο. Κάτι τέτοιο πρέπει να έγινε με τον Ερμή, λίγα λεπτά αφού ξεκίνησε το θέατρο.
Φτάσαμε ένα τέταρτο πριν να αρχίσει η παράσταση. Μην φανταστείτε κανένα τεράστιο χώρο. Ένα υπογειάκι που με μεράκι και φαντασία μετατρέπεται σε θεατρική σκηνή. Οι σειρές των καθισμάτων δεν είναι ούτε δέκα και εμείς βρεθήκαμε στην δεύτερη. Πιο σωστά, στη δεύτερη σειρά έκατσαν τα δίδυμα. Εγώ παρασυρμένος από την σιγουριά δύο μανάδων που γνώριζα από το ιατρείο, έκατσα ακριβώς από πίσω τους. Να διευκρινίσω ότι, η σειρά πρόκειται για ένα πάγκο με μαξιλάρια και μπροστά του καρέκλες στοιχισμένες και όχι το κλασσικό θέατρο-σινεμά. Σκύβοντας λίγο προς τα εμπρός το κεφάλι μου βρισκόταν ανάμεσα στα μικρά μου.
Η παράσταση άρχισε και η συγκίνησή μου φούντωσε. Το πρώτο θέατρο με τα παιδιά μου! Πως περνάει ο καιρός!..
Ήμουν έτοιμος να σκουπίσω το πρώτο δάκρυ, όταν με έκπληξη άκουσα το κλάμα του σπλάχνου μου να ανταγωνίζεται τις φωνές των ηθοποιών! Ο Ερμούλης μου, είχε ξεκινήσει ένα γοερό κλάμα-παράπονο-φόβο, που με απόσπασε από τις συγκινησιακά φορτισμένες σκέψεις μου, για να με προσγειώσει στην θεατρική πραγματικότητα. Με την σειρά μου, αντανακλαστικά, άρπαξα τον μικρό μου και περνώντας τον πάνω από την καρέκλα του, τον προσγείωσα πάνω στο πόδι μου.
«Τι έγινε αντράκι μου; Γιατί κλαις;» του ψιθυρίζω, όσο πιο ήρεμα μπορώ… «φοβήθηκες;»
«Ναι!» μουρμούρισε ανάμεσα σε λυγμούς.
«Θέλεις να φύγουμε;» του δίνω την εναλλακτική, για να μην νιώθει εγκλωβισμένος, ανοίγοντας και ένα διάλογο, μήπως και τον αποσπάσω από το κλάμα και ηρεμήσει. Φανταστείτε να ακολουθούσαν το παράδειγμά του και τα άλλα πιτσιρικία…
«Ναι!» τον ακούω με απογοήτευση να μου ομολογεί.
«Εντάξει μικρέ μου ηρέμησε, θα φύγουμε» του λέω, ενώ προσπαθούσα να υπολογίσω τις εναλλακτικές μου. Ήμουνα αποφασισμένος αν χρειαστεί να τους πάρω και να φύγουμε. Δεν θα χαλούσαμε την παράσταση και από την άλλη θα παίρνανε ένα μάθημα… Βέβαια θα χάναμε το θέατρο. Ίσως όμως έτσι να κερδίζαμε όλα τα μελλοντικά θέατρα.
Από την άλλη, τι φταίει η έρημη η Χαρούλα, που ατάραχη συνέχιζε να απολαμβάνει το έργο. Ποιο μήνυμα θα έπαιρνε εκείνη αν τελικά αναγκαζόμασταν να εγκαταλείψουμε την παράσταση…
Την λύση μου έδωσαν οι ηθοποιοί. Ξεκίνησαν να σηκώνουν παιδιά εθελοντές που θα συμμετείχαν στις επόμενες σκηνές του έργου. Άρπαξα την ευκαιρία και συνέχισα το διάλογο με τον μικρό μου, που ήδη έδειχνε σημεία εφησυχασμού.
«Είναι καλοί οι ηθοποιοί! Βλέπεις που παίρνουν τα παιδάκια και παίζουν; Τα αγαπούν τα παιδάκια. Είσαι καλά;»
«Ναι..» μου ψιθυρίζει
«Θέλεις να κάτσεις εδώ στην αγκαλιά μου, να δούμε μαζί το έργο;»
«Ναι…» μου γουργούρισε, ενώ οι λυγμοί είχαν σχεδόν σβήσει και η καρδούλα του άρχισε να ξαναχτυπά ήρεμα.
Ποιος ξέρει τι παίχτηκε μέσα στο μυαλουδάκι του. Βλέποντας τους ηθοποιούς να βγαίνουν στη σκηνή και να φωνάζουν «Απόψε μαζευτήκαμε να πούμε παραμύθια…», τρόμαξε. Φαντάζομαι, το ίδιο θα μου κοβόταν η χολή, αν παρακολουθώντας την αγαπημένη μου τηλεοπτική σειρά έβλεπα τους πρωταγωνιστές να ορμούν προς το μέρος μου, απειλώντας την ηρεμία του καναπέ μου. Κάτι σαν ο Γουίνι να δραπέτευε από το επίπεδο δάσος του για να εισβάλει στο δωμάτιο των μικρών μου…
Ευτυχώς, η αγκαλιά του μπαμπά λειτούργησε για ακόμα μια φορά σαν απάνεμο λιμάνι και προστάτεψε τον Ερμή από όποια φουρτούνα της φαντασίας του.
Όπως ήταν αναμενόμενο μόλις η Χαρά αντιλήφθηκε τον ελλιμενισμό του Ερμή, διεκδίκησε και εκείνη μια θέση, για να προσγειωθεί στο άλλο μου πόδι.
Παρακολουθήσαμε αγκαλίτσα το υπόλοιπο έργο χωρίς άλλα απρόοπτα. Αν εξαιρέσουμε δηλαδή την συγκίνηση, που κατάφερε και πάλι να τρυπώσει στην ψυχή μου και φιλοδώρησε με υγρασία τα μάτια μου.


Να είστε όλοι καλά και τα παιδιά μας καλύτερα!