Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Όταν ένα παιδί βρεθεί μόνο του στο δρόμο!

     Είναι μεσημέρι Σαββάτου, μίας ζεστής μέρας του περσινού καλοκαιριού. Επιστρέφουμε στο
σπίτι μας μετά από βόλτα με το αυτοκίνητο. Κάνουμε μια αναγκαστική στάση για ψώνια στο σούπερ μάρκετ. Μέσα σε λίγα λεπτά έχω ήδη ψωνίσει και κατευθύνομαι προς το αυτοκίνητό μας για να μη κάθονται οι δικοί μου στη ζέστη. Κουβαλώντας δύο σακούλες, διασχίζω τη διάβαση ενός από τους δύο κεντρικούς δρόμους της πόλης μας. Το Ρέθυμνο έμοιαζε βυθισμένο στη καλοκαιρινή μεσημβρινή ραστώνη. Ο δρόμος έρημος και ένα νήπιο με τα παντοφλάκια του φορεμένα ανάποδα, το δεξί στο αριστερό ποδαράκι και το αριστερό στο δεξί, ξεχώριζε σαν τη μύγα μέσα στο γάλα. Εγώ πέρασα τη διάβαση του κεντρικού δρόμου, καθώς εκείνο, περνούσε τη διάβαση του μικρότερου δρόμου, που τον τέμνει κάθετα. Μόλις δηλαδή πάτησα στο πεζοδρόμιο, ο πιτσιρικάς είχε με μερικά δευτερόλεπτα διαφορά διαβεί μπροστά μου και ήδη προσπερνούσε το παρκαρισμένο μου αυτοκίνητο. Άφησα όσο πιο γρήγορα μπορούσα τις σακούλες λέγοντας στη γυναίκα μου, που εκείνη την ώρα μιλούσε με τα παιδιά μου:
             -Τον είδες αυτόν τον μικρό; Είναι μόνος του…
Δε περίμενα να ακούσω την απάντηση. Αναδύθηκα άμεσα από το αυτοκίνητο για να δω τι έγινε το παιδί. Όσο πιο γρήγορα μπορούσα, σάρωσα με το βλέμμα μου περιμετρικά το χώρο, αναζητώντας κάποια φιγούρα που θα μπορούσε να συνοδεύει το νήπιο. Ερημιά! Το μόνο άτομο που εντόπισα, ήταν μια νεαρή κοπέλα που έβγαζε βόλτα ένα μικρό άσπρο σκυλάκι. Ερχόταν από τη μεριά του πεζοδρομίου προς την οποία είχε βάλει πλώρη το πιτσιρίκι με τις παντόφλες. Ξεκινώ στο κατόπι του κάνοντας νεύμα στην κοπέλα αν γνωρίζει τον μικρό. Η απάντηση, και αυτή με βλέμμα, ήταν απορίας, που δυσκολευόμουν να ερμηνεύσω. Δε φαινόταν πάντως να αναγνωρίζει το πιτσιρίκι που με αργά βήματα την πλησίαζε. Επιτάχυνα το βήμα μου, προσπαθώντας παράλληλα να μη τρομάξω το παιδί. Έτρεμα στην ιδέα του μικρού να τρέξει φοβισμένο ανάμεσα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα προς το δρόμο. Αν ένιωθε απειλούμενο και εγκλωβισμένο, από μπροστά η κοπέλα με το σκυλάκι, από πίσω του εγώ και από δεξιά του τοίχος, ίσως επέλεγε να στρίψει και να τρέξει προς το δρόμο…
Εικόνες από μια εφηβική μου εμπειρία πέρασαν με εκπληκτική ταχύτητα μπροστά στα μάτια μου. Οδηγούσα θυμάμαι, σαν περήφανος ιππότης, ή έστω έτσι ένιωθα, τη μεγάλη μηχανή που συντρόφευε τις νεανικές μου οδικές περιπέτειες. Μια εντυπωσιακή μπλε «Tenere», με το τεράστιο ντεπόζιτο της, να σε κάνει να νιώθεις ότι πιλοτάρεις διαστημόπλοιο. Ακόμα και το κράνος που φορούσα, ενίσχυε αυτό το παιχνίδι της φαντασίας. Το κράνος ήταν η συμφωνία με τους γονείς μου, που με θρησκευτική ευλάβεια τηρούσα όποτε καβαλούσα τη μηχανή μου, ακόμη και για τη μικρότερη διαδρομή μέσα στα στενά του Παπάγου. Εκεί, στην ανηφόρα μετά την «Εκκλησία των Έξι», μόλις που πρόλαβα να δω με πλάγια όραση, τη σιλουέτα μιας γάτας να τρέχει ανάμεσα στα αυτοκίνητα και να καταφέρνει να τρυπώνει ανάμεσα στις ρόδες της μηχανής μου, που εκείνη τη στιγμή μάρσαρε για να βγάλει την ανηφόρα. Σαν να ξανάκουσα τον ανατριχιαστικό ήχο του σπασίματος, για να δω από τους καθρέφτες μου, τη γάτα να πηδά στον αέρα με τεράστια σάλτα…   
Μπλόκαρα τη συνέχεια. Δε ήθελα, αλλά και δεν είχα τη πολυτέλεια του χρόνου να ανασκαλέψω όσα γίνανε πριν από είκοσι χρόνια. Το παιδί ήταν δύο βήματα μπροστά μου και αν επέλεγε να τρέξει ξαφνικά ανάμεσα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα προς το οδόστρωμα, στην απευκταία περίπτωση εκείνη την ώρα να ερχόταν ένα αυτοκίνητο, ο οδηγός του δε θα προλάβαινε να καταλάβει τι έγινε. Ο μικρός, με την πάνα του να κρέμεται σαν χαμηλοκάβαλο παντελόνι νεαρού που ακολουθεί τη μόδα και επιλέγει να διακρίνουμε το βρακί του, δε ξεπερνούσε στο ύψος τον προφυλακτήρα ενός επιβατικού αυτοκινήτου. Έσπευσα λοιπόν να τον προσεγγίσω και ταυτόχρονα, τον ρώτησα με το πιο άνετο και παιχνιδιάρικο μου ύφος:
         

               - Ει! φιλαράκο; Που είναι η μαμά σου;
Δεν πήρα καμία απάντηση παρά μόνο ένα φοβισμένο πλάγιο βλέμμα.
              -Ο μπαμπάς σου; Περίμενε μια στιγμή…



Κάπου εκεί χρονικά, τον φτάνω και τον πιάνω από τον ώμο, σκύβοντας για να βρεθώ όσο πιο κοντά στο πρόσωπό του και να μειώσω όσο μπορώ τη διαφορά ύψους, ελπίζοντας ότι έτσι θα μειωθεί και το άγχος ή μάλλον πιο σωστά ο φόβος του μικρού. Μόλις αντίκρισα από κοντά τα φοβισμένα του ματάκια, ενστικτωδώς τον πήρα στην αγκαλιά μου με το πιο φυσικό τρόπο   που μπορούσα. Προσπάθησα με τη γλώσσα του σώματος να τον καθησυχάσω, σηκώνοντάς τον στα χέρια και χαϊδεύοντας το προσωπάκι και τα μαλάκια του. Η φωνή μου σε ψηλούς τόνους, προσπαθούσε στα αυτιά του να θυμίζει οικείο πρόσωπο, καθώς τα λόγια μου πασχίζανε  να τον καθησυχάσουν.
Με το που εξασφάλισα τη σωματική του ακεραιότητα, ηρέμησα και ρώτησα τη κοπέλα με το σκυλάκι αν τον γνώριζε, για να δεχθώ αρνητική απάντηση. Ο δε πιτσιρίκος με κοίταζε με κάτι τεράστια παραπονιάρικα μάτια, σαν κουταβάκι που ζητά συντροφιά, όμως αρνούνταν πεισματικά να μου δώσει την παραμικρή απάντηση.
Στο μεταξύ, στη παρέα μας προστέθηκε και η γυναίκα μου.
       -    Τι έγινε; Μόνος του είναι ο μικρός;
       -   Σαν την καλαμιά στον κάμπο από ότι φαίνεται…
       -    Πάω να ρωτήσω στο Σούπερ Μάρκετ…
       -    Πήγαινε, αν και δε νομίζω ότι θα βρεις άκρη, γιατί ερχόταν από την άλλη μεριά.
       -    Ε! θα κάνω και μια βόλτα στο περίπτερο και στη καφετέρια…
Όντως, η καλή μου έκανε μια σύντομη όσο και άκαρπη γύρα στη γειτονιά ενώ εγώ με τη κοπέλα, επιστρέψαμε προς το αυτοκίνητο μου. Ζήτησα από την κοπέλα να μη φύγει ακόμα, πιστεύοντας ότι το παιδί θα ένιωθε μεγαλύτερη ασφάλεια έχοντας και εκείνη κοντά μας. Έπρεπε όμως να έχω και το νου μου στα δικά μου παιδιά, οπότε το να στέκουμε μπροστά στο αυτοκίνητο φάνταζε ως η καλύτερη επιλογή, για να προσπαθήσουμε να λύσουμε το γρίφο του περιπλανώμενου νηπίου.
Ο μικρός κρατούσε το στόμα του ερμητικά κλειστό, παρ’ όλες τις τρυφερές μας παραινέσεις για να μας πει που είναι οι δικοί του, που μένει ή έστω πως τον λένε. Τα ματάκια του αντιθέτως, τα είχε γουρλωμένα και έτοιμα να ανοίξουν τους κρουνούς τους. Εγώ από την άλλη, βρέθηκα να εναλλάσσω τους τόνους της φωνής μου, σαν ένας ιδιότυπος εγγαστρίμυθος, βάζοντας στο παιχνίδι και τα μικρά μου, που δειλά-δειλά βγήκαν από το αυτοκίνητο και στάθηκαν δίπλα μας στο πεζοδρόμιο. " Γεια σας!", προσποιούμαι ότι μιλά  το παιδί, «εσένα ομορφούλα πως σε λένε;», στρέφοντας το σώμα μου προς τη Χαρούλα. «Χαρά» μας απαντά και αρπάζει τη σκυτάλη, μπαίνοντας στο νόημα και συνεχίζοντας εκείνη τώρα το γαϊτανάκι των ερωτήσεων για να αντιμετωπίσει και εκείνη τη σιγή ιχθύος του λιλιπούτειου συνομιλητή της. Βρίσκω όμως εγώ την ευκαιρία και καλώ το «100», εξηγώντας «εν τάχει» τη κατάσταση και δίνοντας το γεωγραφικό μας στίγμα.
   -  Εντάξει κύριε, στέλνω ένα περιπολικό! Η απάντηση από την άλλη άκρη της γραμμής.
Ο μικρός με έναν περίεργο τρόπο, από τη μια έκανε ψευτοπροσπάθειες να απελευθερωθεί από την αγκαλιά μου, από την άλλη, την περισσότερη ώρα αγκιστρωνόταν επάνω μου, σαν νεογέννητο πιθηκάκι πάνω στη μάνα του. Ειδικά όταν το μικρό σκυλάκι της κοπέλας, έφευγε από τα παιχνίδια του Ερμή και της Χαράς και έστρεφε το ενδιαφέρον του σε εμάς, το αγοράκι μόνο που δε σκαρφάλωνε στο κεφάλι μου. Για κάποιο μυστήριο λόγο, έμοιαζε να φοβάται το ζωντανό, παρά το μικρό του μέγεθος.
Κάπου εκεί χρονικά, μου ήρθε η έμπνευση και κάλεσα αλβανίδα μητέρα που γνώριζα από το ιατρείο. Επανέλαβα τη σύντομη περιγραφή της κατάστασης και την έβαλα στην ανοιχτή ακρόαση. Εκείνη με τη σειρά της άρχισε να αρθρώνει στα Αλβανικά τρυφερά λόγια που όμως και πάλι δεν βρήκαν απόκριση. Το πιτσιρίκι, σφίγγα κανονική, δε του έβγαζες όχι λέξη, ούτε φωνήεν!
Ήρθε και η αστυνομία, ευτυχώς με πολιτικό αυτοκίνητο και με πολιτικά ρούχα. Ένας από τους δύο αστυνομικούς με γνώριζε και η συζήτηση κύλησε πιο εύκολα.
        -  Μόνο του περιφερόταν;
         - Ναι! Να από εκεί ερχόταν και το προλάβαμε εδώ… δεν πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερο από δύο χρονών!
         -  Συνήθως οι γονείς δουλεύουν σε ξενοδοχεία και τα αφήνουν μόνα τους με κάποιο αδερφάκι. Θα το πάρουμε μαζί μας στο τμήμα και θα επικοινωνήσουν οι οικείοι του μαζί μας…
Ο μικρός δε κρατήθηκε άλλο και άρχισε να κλαίει! Ταυτόχρονα, με έσπρωχνε, πλέον όχι προσχηματικά, αλλά για να απελευθερωθεί. Η συμπεριφορά μας και η αύρα μας, εξέπεμπε ανησυχία και «μεγαλίλα». Το κλάμα  εξελίχθηκε σε μύξες και στη συνέχεια βήχα που προκάλεσε εμετό… Ευτυχώς τα αντανακλαστικά μου λειτούργησαν και δεν περιέλουσε κανέναν με το στομαχικό περιεχόμενο.
Εστίασα και πάλι τις προσπάθειές μου στο να τον ηρεμήσω και είπα στους αστυνομικούς ότι θα πάω μαζί τους μέχρι το τμήμα γιατί δε μου πήγαινε η καρδιά να το αφήσω μόνο του! Ενώ του σκουπίζαμε το μουτράκι και τα χάδια μας έμοιαζαν να το ηρεμούν, ένα νέο κύμα ανησυχίας φουρτούνιασε το κορμάκι του… Αυτή τη φορά, το βλέμμα του είχε εντοπίσει και εστιάσει ένα κοντούλη στρουμπουλό κύριο γύρω στα τριάντα-κάτι, που κατευθυνόταν επιφυλακτικά προς το μέρος μας. Ερχόταν από το ίδιο πεζοδρόμιο που είχε έρθει και ο μικρός.
Ήταν εμφανές ότι ο κύριος σχετιζόταν με το μικρό. Τι θα επακολουθούσε όμως; Ο πιτσιρίκος έμοιαζε ανακουφισμένος όμως και ελαφρά φοβισμένος. Θα μου πείτε λίγη τρομάρα θα πήρε με εμάς και το σκυλάκι και ό, τι είχε προηγηθεί μέχρι να το βρούμε. Όμως εμένα αυτό που με προβλημάτιζε ήταν τι θα ακολουθούσε…
Το ρόλο του μπαμπά που μαλώνει, ανέλαβε ο αστυνομικός που με πολύ αυστηρή φωνή στράφηκε προς τον νεοφερμένο:
       -   Δικό σου είναι το παιδί;
       -   Ναι… τραυλίζει σε σπαστά ελληνικά ο ανθρωπάκος, που καθώς έπαιρνε το μικρό από τα χέρια μου έμοιαζε να συρρικνώνεται ακόμα περισσότερο!
        -  Αστυνομία! Για ελάτε μαζί μας, του λέει ο αυστηρός αστυνομικός, συνοδεύοντάς τους προς το αυτοκίνητο.
 Βρίσκω την ευκαιρία και παίρνω λίγο παράμερα τον συνάδελφό του, τον αστυνομικό που γνώριζα, και του ψιθυρίζω…
         -  Μη φωνάξετε πολύ στον άνθρωπο, φαίνεται ήδη τρομαγμένος, το παιδί όμως είναι τρομοκρατημένο. Αν είναι ο πατέρας του και τον δει φοβισμένο, τότε εκείνο δε θα έχει που να ακουμπήσει… άσε που φοβάμαι μήπως και στο τέλος ο μπαμπάς ξεσπάσει, μόλις φύγετε, στο παιδί…
         -  Μην ανησυχείτε, δεν είναι η πρώτη φορά που το αντιμετωπίζουμε! Θα τους πάμε στο σπίτι τους, ώστε να δούμε και που μένουν. Θα πάρουμε τα στοιχεία του κηδεμόνα, να σιγουρευτούμε ότι το παιδί είναι δικό του και ότι δε τρέχει κάτι άλλο και μετά θα τους συμβουλέψουμε να είναι πιο προσεχτικοί. Μην ανησυχείτε και σας ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον.
         - Εμείς σας ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον… του ανταπαντώ αυθόρμητα, για να τον ακούσω να μου απαντά καθώς έμπαινε με τη σειρά του στο αυτοκίνητο:
         - Τη δουλειά μας κάνουμε γιατρέ. Καλό μεσημέρι.
 Αργότερα το ίδιο απόγευμα, πήρα τηλέφωνο τον ευγενικό αστυνομικό που γνώριζα και μου εξιστόρησε τη συνέχεια. Το νήπιο έμενε κοντά στα τρία οικοδομικά τετράγωνα απόσταση από εκεί που το εντοπίσαμε! Μάλιστα για να φτάσει σε εμάς, είχε ήδη διασχίσει μεγάλο κεντρικό δρόμο σε ένα πολύ επικίνδυνο σημείο. Το σπίτι του είναι ημιυπόγειο, ο μπαμπάς που το επέβλεπε είχε πριν λίγες ώρες γυρίσει από νυχτερινή δουλειά και η μαμά έλειπε από το πρωί στη δική της εργασία. Ο πατέρας αποκαμωμένος αποκοιμήθηκε και ο μικρός άρπαξε την ευκαιρία, έσυρε ένα μάνταλο από τη πόρτα της αυλής και ξεκίνησε την περιπλάνησή του.
Τι να πεις για αυτόν τον ταλαίπωρο πατέρα. Άξιζε να δείτε το αλαφιασμένο βλέμμα όταν μας αντίκρισε με το παιδί του στα χέρια μας. Η ανακούφιση ανακατεμένη με το φόβο, ειδικά όταν τον τρόμαξε ο αστυνομικός. Όμως από την άλλη, δεν ξέρεις πόσο υπεύθυνος ή ανεύθυνος είναι κάποιος γονιός. Έπρεπε να περαστεί το μήνυμα της τρομερής ευθύνης που οφείλει να έχει κάθε γονιός απέναντι στα παιδιά του. Τα περισσότερα ατυχήματα γίνονται παρουσία των γονιών. Συνήθως, υποεκτιμούν τις δυνατότητες των παιδιών που εξελίσσονται μέρα με τη μέρα. Δεν είναι λίγες οι φορές που πετάγομαι να πάρω τη θέση της μαμάς ή του μπαμπά, δίπλα στο βρέφος, καθώς εκείνοι χαλαροί απλώς γυρίζουν την πλάτη τους στο μωρό για να πάρουν μια πάνα από τη τσάντα τους. Για πότε σκαρφαλώνουν, ανοίγουν συρτάρια και πόρτες που θεωρούσαμε απρόσιτες στο μέγεθος τους , δεν περιγράφεται.  Αν προσθέσουμε κάποιες στιγμές που οι δυνάμεις σου σε προδίδουν, πρέπει να προβλέπεις διπλά. Θυμάμαι πρωινά Σαββάτου με τα δίδυμά μου μερικών μηνών να με παίρνει και εμένα ο ύπνος και να με ξυπνά το μπουσούλισμα του μικρού μου μέσα στην αγκαλιά μου. Σταθεροποιείστε βιβλιοθήκες στο τοίχο, σκαρφαλώνουν σαν μαϊμούδες. Κλείστε ανοίγματα σε μπαλκόνια, χωράνε σε απίστευτα μέρη. Πέστε στα τέσσερα και προσπαθήστε να προβλέψετε ποια πρίζα είναι εκτεθειμένη, ποιο σκαμνάκι μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να πατήσουν, ποιο συρτάρι μπορεί να λειτουργήσει σαν σκαλοπάτι και ποια πόρτα μπορούν να ανοίξουν. Προσαρμόστε τη καθημερινότητά σας στο παιδί, έτσι ώστε ακόμα και αν σας πάρει ο ύπνος να ξυπνήσετε πριν να γίνει το κακό! Μια μητέρα λιποθύμησε ενώ έκανε μπάνιο το μωρό της… Φροντίστε ακόμα και στη μπανιέρα, το κεφαλάκι του βρέφους να είναι έξω από το νερό.  Για να μη σας μαυρίσω άλλο τη ψυχή, με την κακιά ώρα που παραμονεύει σε μια γωνιά και εκεί που δε το περιμένεις έρχεται και σου ανατρέπει τα πάντα, προσπαθήστε τουλάχιστον να εκμηδενίσετε τον παράγοντα «ατυχία».
Τέλος, μια συμβουλή για τους οδηγούς. Όχι, όχι! Δε θα σας θυμίσω τη σημασία της ζώνης και του ειδικού καθίσματος για τα μωρά και τα νήπια. Θέλω να ελπίζω ότι όσοι διαβάζουν αυτό το blog είναι γονείς που την αγάπη τους και την ευαισθησία τους για τα παιδιά, ΔΕΝ τη δείχνουν κρατώντας τα αγκαλιά μέσα στο αυτοκίνητο, αλλά προστατεύοντάς τα ακόμα και για τη συντομότερη διαδρομή.
Αυτό που θα ήθελα να τονίσω για τους φίλους οδηγούς, είναι ότι η οδική δεινότητα δεν έγκειται στο να τρέχουμε με μεγάλη ταχύτητα μέσα στους δρόμους και να «μπαίνουμε» με τσίτα τα γκάζια σε μια στροφή, κρατώντας οριακά το αυτοκίνητο στην άσφαλτο. Ένας οδηγός, είναι καλός όταν μπορεί να προβλέψει και να αντιμετωπίσει το απρόσμενο. Ειδικά μέσα στην πόλη, πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας τα παιδιά που παίζουν και θα κυνηγήσουν την μπάλα, ή τους απρόσεχτους γονείς που προβάλουν πρώτα το καρότσι με το μωρό στο δρόμο και μετά ακολουθούν εκείνοι σπρώχνοντας. Αναλογιστείτε πόσες ζωές θα σημαδεύονταν για πάντα αν ο πιτσιρικάς της ιστορίας έτρεχε ανάμεσα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, μέσα στο οδόστρωμα όπου κάποιος φουριόζος οδηγός δοκίμαζε τις δυνατότητες του οχήματός του.
Ό,τι και αν κάνουμε, μέσα ή έξω από το σπίτι, οφείλουμε πίσω στο μυαλό μας να έχουμε τα παιδιά μας, τα πιο ευαίσθητα και πολύτιμα κομμάτια της κοινωνίας μας.

Να είστε όλοι καλά και τα παιδιά μας καλύτερα