Τρίτη 4 Αυγούστου 2015

Την Περβόλα και τα μάτια σας!

 Ζεστή μέρα η σημερινή! 
Τα τζιτζίκια, σχεδόν σε ξεκουφαίνουν με το τραγούδι τους, σε ένα διαγωνισμό έντασης και διάρκειας. Κάποιες στιγμές θαρρείς ότι αρχίζουν και ξεχνούν να σταματήσουν. Όπως προστίθενται δε, όλο και περισσότερα στη συγχορδία μοιάζει η φύση ολάκερη να φωνάζει. Οι μυρωδιές της συκιάς και του πρόσφατα σκαμμένου ηλιοκαμένου χώματος, μαζί με τις παιδικές φωνές που ανταγωνίζονται το «τζιτζίκισμα», με πετάνε σε εξορμήσεις στο βυθό της μνήμης μου. Βρίσκομαι στην Καβάλα των παιδικών καλοκαιριών με τον αδερφό μου και τον ξάδερφό μας να σκαρφαλώνουμε σε βράχια και να καταλήγουμε στη θάλασσα. Βουλιάζω ακόμα πιο βαθιά στη μνήμη, στα ατέλειωτα παιχνίδια στην αυλή του πατρικού μου στην Αθήνα, με τις δύο γεροσυκίες να δεσπόζουν ακόμα και σήμερα αριστερά και δεξιά του σπιτιού. Χώμα, οσμή από σύκα και ατέλειωτο παιχνίδι, τα καλοκαίρια που πέρασα σαν παιδί και περνάνε τώρα με τη σειρά τους τα δικά μου.
Βρισκόμαστε στο κέντρο του Ρεθύμνου. Απίστευτο και όμως αληθινό. Δύο στρέμματα γης, η «Περβόλα», όπως τη γνωρίζουν οι παλιότεροι Ρεθυμνιώτες, κρυμμένη μέσα στα σπίτια της παλιάς πόλης. Πρόκειται για την πίσω αυλή ενός σπιτιού που πρέπει να έχει βιώσει στιγμές δόξας ως περβόλι. Τα τελευταία χρόνια, έχει γνωρίσει την απόλυτη εγκατάλειψη. Αγριόχορτα, ένα μέτρο ύψος, καλύπτανε το σύνολό της έκτασης. Ανάμεσά τους, παρατημένα λάστιχα ποτίσματος, σκουριασμένα εργαλεία και άλλα μεταλλικά αντικείμενα που από την πολυκαιρία δυσκολευόσουν πλέον να αναγνωρίσεις. Αποτελούσε καταφύγιο για λογιών-λογιών τρωκτικά και έντομα. Τα λίγα δέντρα που είχαν επιζήσει της εγκατάλειψης και αυτά άγρια. Κλήμα στην άκρη του τοίχου, να σκαρφαλώνει σε ένα ταλαιπωρημένο μεταλλικό στήριγμα.  Δύο ροδιές, τρεις μεγάλες συκιές να φτιάχνουν μικρές σπηλιές με τα φυλλώματά τους. Από μια λεμονιά, μανταρινιά και νερατζιά, που στα κλαδιά τους φιλοξενούν πουλιά και πεταλούδες. Ένας μικρός άγριος παράδεισος που περίμενε να τον ανακαλύψουν και να τον τιθασέψουν.
Η έμπνευση ήρθε από ένα δάσκαλο του σχολείου μας και στην υλοποίησή της συνέβαλαν ο σύλλογος γονέων και κηδεμόνων, ο  δήμαρχος, η εκκλησία και σίγουρα οι ιδιοκτήτες. Οι άνθρωποι που έμεναν πριν από αρκετά χρόνια στο σπίτι, έχουν προχωρήσει με το δικό τους τρόπο τη ζωή τους. Το Ρέθυμνο, με το πατρικό τους και την τεράστια αυλή του, μοιάζει προς το παρόν να μην έχει θέση σε αυτή. Έτσι, επικοινώνησε ο Δήμος μαζί τους, ζήτησε και πήρε την έγκριση για την παραχώρησή της στο σχολείο μας, ώστε να την καλλιεργήσουμε. Το σκεπτικό μας είναι να έρθουν σε άμεση επαφή με τη φύση οι μαθητές μας. Να δουν από κοντά και να ζήσουν, πως φυτεύουμε τους σπόρους στη γη, πως στη συνέχεια τη περιποιούμαστε, ώστε να αναπτυχθούν, και τελικά πως συλλέγουμε τους καρπούς για να καταλήξουν στο τραπέζι μας. Είναι τόσο μεγαλεπήβολα τα σχέδια μας, ώστε φιλοδοξούμε να τροφοδοτήσουμε με τα δικά μας κηπευτικά το συσσίτιο που απολαμβάνουν τα παιδιά του ολοήμερου. Θεσπισμένο από δεκαετίες, το συσσίτιο που προσφέρει η ενορία της Μικρής Παναγίας, στην οποία ανήκει το σχολείο μας, για τους μαθητές του ολοήμερου, έγινε στις μέρες μας χρησιμότερο από ποτέ, μια που το σκληρό πρόσωπο της οικονομικής κρίσης  αντικρίζουν αρκετές οικογένειες μας. Προσδοκούμε λοιπόν, τα παιδιά μας να τρώνε τις δικές τους ντομάτες, αγγούρια, κολοκύθια, φασόλια, πατάτες και κάθε λογής ζαρζαβατικά αλλά και φρούτα, όπως καρπούζια, πεπόνια, σύκα και ίσως σταφύλια.
Θα τα καταφέρουμε; Άγνωστο.
 Έχουμε όμως ήδη κερδίσει, δύο δασκάλους του σχολείου μας, που μέσα στο καλοκαίρι ασχολούνται με τους μαθητές τους, καθώς και αρκετούς γονείς που γνωριστήκαμε και ήρθαμε κοντά μέσα από την προσπάθειά μας να αναστήσουμε ένα περβόλι. Ελπίζουμε ότι το φθινόπωρο θα έρθουν και άλλοι 
δάσκαλοι και γονείς από το σχολείο μας. Μας συνδράμανε υπάλληλοι του δήμου και της εκκλησίας, ξεχορταριάσαμε τον τόπο, τον οργώσαμε στο κομμάτι που φυτέψαμε, και καθαρίσαμε από μπάζα και σκουριασμένα αντικείμενα τον υπόλοιπο. Κάτι περισσότερο από το ένα τρίτο το σκαλίσαμε, το φυτέψαμε, υποστηρίξαμε με καλάμια τα μικρά φυτά και φτιάξαμε σκηνές που θα ζήλευαν ινδιάνοι, όπου αναρριχώνται ήδη τα φασόλια μας. Μέχρι και σκιάχτρο σκαρώσαμε μαζί με τα παιδιά. Γιατί όλα τα κάνουμε μαζί με τα παιδιά μας και αυτό είναι το μεγαλύτερο όφελος από την ενασχόλησή μας με την «Περβόλα». Τρεις φορές την εβδομάδα, στις επτά το απόγευμα, συγκεντρώνεται μια γλυκιά συμμορία, η «Συμμορία της Περβόλας». Πιτσιρικαρία,  από έξι μέχρι δώδεκα χρονών, μαζί με γονείς και φίλους που έρχονται να γνωρίσουν από κοντά το εγχείρημα, συγκεντρωνόμαστε, φροντίζουμε τα φυτά μας, τα ξεχορταριάζουμε, τα ποτίζουμε, τα στηρίζουμε και αφού όλα μπουν σε μια σειρά, τα παιδιά αρχίζουν το παιχνίδι και οι γονείς ολοκληρώνουμε την …βρωμοδουλειά!
Αρχικά τα πρωτεία, πριν καθαρίσουμε όλη την περιοχή, την είχε το κρυφτό. Τα παιδιά, με το που μπαίναμε στην αυλή έβλεπαν τους μεγάλους, ακούγανε τις οδηγίες μας και αναλάμβαναν εκείνα να φυτέψουν στους μικρούς λάκκους ή στα αυλάκια που ανοίγαμε, τις ντοματιές, τα καρπούζια, τις πιπεριές και ότι άλλο κηπευτικό φέρναμε εμείς οι γονείς αλλά και γείτονες για την Περβόλα. Μουλιάσαμε για μερικές ώρες φασόλια, σκάψαμε ένα μικρό αυλάκι και με τα μικρά τους δακτυλάκια θάβανε στις άκρες τα φασόλια. Στην επόμενη μας μάζωξη, τα φασόλια είχαν ήδη φυτρώσει, ξεδιπλώνοντας τον μικρό κορμό τους με ένα φυλλαράκι στην άκρη σαν μια μικρή σημαία, έμβλημα της ύπαρξής τους. Παρόμοια μαγική εξέλιξη είχαν και κάτι μικρά-μικρά καλαμπόκια που ο Χαμπίμπ, ένας πιτσιρικάς από τη Συρία, είχε βάλει σε πλαστικό μπουκάλι με νερό και χώμα και είχαν πετάξει φύτρες. Φτιάξαμε στη σειρά μικρούς λάκκους, τα φυτέψαμε και τους βάλαμε για σημάδι χρωματιστά καλαμάκια. Σε λίγες μόλις μέρες, τσουπ, ξεπήδησαν δίπλα στα καλαμάκια, μικρές φύτρες καλαμποκιών. Ο ενθουσιασμός των παιδιών, συναγωνίζεται αυτόν των γονιών τους. Ειδικά τις πρώτες μέρες, τα παιδιά έριχναν μπόλικη δουλειά. Δεν είχαμε σύστημα ποτίσματος, οπότε κάναμε αλυσίδα με κουβάδες. Η Αμίρα μαζί με τη Χαρούλα μου, γεμίζανε τους κουβάδες και τα ποτιστήρια και ο Στέλιος μαζί με τον Αλή και τον Ερμή αναλάμβαναν το κουβάλημα των ποτιστηριών, καθώς άλλα παιδιά φυτεύανε.
Αφού τελειώνανε τις δουλειές, πριν καλά-καλά τα πάρουμε χαμπάρι, αρχίζανε το κρυφτό. Κάποιος τα "φιλούσε" στο κορμό ενός δένδρου και οι υπόλοιποι εξαφανίζονταν σε φυσικές κρυψώνες της Περβόλας. Τι όμορφα που ηχούσε αυτό το «φτου Ντούνια» και πόσο μαγικά έπαιζαν παιδιά από όλα τα μέρη του κόσμου. Μου θύμισε μια ιστορία με πρωταγωνιστή εμένα και ένα νήπιο αγγλάκι, που έχω ακούσει πολλές φορές να εξιστορούν οι δικοί μου. Ήμασταν λέει στο Λονδίνο και είχαμε πάει με τους γονείς μου σε ένα από τα πολλά πάρκα του. Εκεί εγώ έφυγα από κοντά τους και πριν το καταλάβουν άρχισα να παίζω με ένα άλλο μικρό παιδί που βρήκα. Παίζαμε αρκετή ώρα αλλάζοντας διάφορα παιχνίδια και η εύλογη απορία των δικών μου είναι πως καταφέρναμε να συνεννοηθούμε τη στιγμή που εγώ δε γνώριζα σχεδόν καμία λέξη στα αγγλικά. Εδώ δε πρέπει να είχα περισσότερα από δυό-τρία χρόνια που πρόβαρα τα ελληνικά μου, πόσο δε μάλλον μια ξένη γλώσσα. Το σενάριο που επέλεξε η ζωή ήταν ακόμη πιο ευφάνταστο! Ο μικρός μου φίλος, όπως πληροφορήθηκαν από την μητέρα του, ήταν από τη γέννησή του κωφός. Επικοινωνούσε μόνο με νοήματα και προφανώς αυτά ήταν και παραήταν αρκετά για να επικοινωνήσουμε ένα ελληνάκι με ένα αγγλάκι. Τι σοφία όμως κρύβεται πίσω από την μοίρα που θέλει τέσσερα παιδάκια μαζί με τη μαμά τους  να ταξιδεύουν οδικώς από τη Συρία, μέσα από τη Τουρκία, στη συνέχεια με μια βάρκα του τρόμου να περνούν στην Μυτιλήνη από όπου έρχονται στην Κρήτη για να ενωθούν με τον πατέρα της οικογένειας που είναι εδώ και περισσότερα από δέκα χρόνια στο τόπο μας. Τι παράξενα παιχνίδια του ριζικού θέλουν αυτά τα παιδάκια να παίζουν πριν από μόλις δύο μήνες στο σπίτι τους στα παράλια της Συρίας και σήμερα στην Περβόλα στο Ρέθυμνο μαζί με τα παιδιά μου. Και μοιάζουν τόσο μα τόσο χαρούμενα. Από τα πιο γλυκά παιδικά χαμόγελα, καθώς βοηθούν με τα φυτά και μετά απορροφούνται στο παιχνίδι με τους καινούργιους τους φίλους και συμμαθητές.
Τα φυτά μας ρίζωσαν και μεγάλωσαν, ενώ το πότισμα ανέλαβαν λάστιχα με τρυπούλες -μπεκάκια- σε κάθε λακκάκι. Η δουλειά μας έτσι, προς το παρόν, περιορίστηκε στο ξεχορτάριασμα και την υποστήριξη με καλάμια. Αναμένουμε την καρποφορία, με τα πρώτα δείγματα μελιτζάνας και πικραγγουριών να είναι πολλά υποσχόμενα. Τα παιδιά, βοηθούν για κανά μισάωρο και στη συνέχεια απορροφούνται από τον βασιλιά των σπορ. Μόλις καθαρίσαμε μια μικρή έκταση την οποία δε φυτέψαμε, τα παιδιά ξεχάσαν το κρυφτό και αρχίσανε το ποδόσφαιρο! Φωνούλες «γκολ», μικροπαρεξηγήσεις για φάουλ ή άουτ, γεμίζουν την Περβόλα.
Μια φωνή, μάλλον σωστότερα μια κραυγή, επισκίασε τους υπόλοιπους ήχους της Περβόλας. Γρήγορα σχηματίστηκε ένας μικρός κύκλος από παιδιά γύρω από τον Αντώνη. Τρέξαμε εκεί και οι γονείς για να βρούμε έναν  Αντώνη να κρατά με τα χέρια του, το μάτι του ουρλιάζοντας. Ρωτήσαμε τι έγινε και με τα χίλια ζόρια, ανάμεσα σε πολλές ταυτόχρονες εξιστορήσεις, καταλάβαμε ότι η μπάλα είχε σκαλώσει σε κάποιο ψηλό κλαδί στη συκιά και ο Αντώνης σκαρφάλωσε και με ένα ξύλο κατάφερε να τη ρίξει κάτω. Δε πρόλαβε όμως να πατήσει στο έδαφος και άρχισε να φωνάζει κρατώντας το μάτι του. Ο μικρός Ταρζάν στη προσπάθεια του να απεγκλωβίσει τη μπάλα από τα κλαδιά με το ξύλο, τσάκισε κάποια από τα συκόφυλλα. Το γάλα που βγάζει το δένδρο για να προφυλαχτεί, έσταξε σαν κολλύριο μέσα στο μάτι του, που ήταν ορθάνοιχτο συμβάλλοντας στην προσπάθεια απεγκλωβισμού της μπάλας. Πριν καλά-καλά συνειδητοποιήσουμε τι είχε γίνει, με όλες τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τον είχαμε πάρει και κουβαλητό σχεδόν τον μεταφέραμε στο λάστιχο ποτίσματος, όπου του επέβαλα να επιτρέψει στο τρεχούμενο νερό να του ξεπλύνει το μάτι. Ενώ ο Αντώνης διαμαρτυρότανε κοσμίως, γιατί ναι μεν τον ενοχλούσε το νερό στο μάτι, όμως προφανώς τον ανακούφισε και από τον έντονο πόνο, οπότε μετρίασε κάπως τις αντιρρήσεις που αρχικά είχε θέσει, εγώ επικοινώνησα με οφθαλμίατρο. Σε λίγα λεπτά ο τελευταίος εξέταζε τον άτυχο φίλο μας και διαπίστωνε ήδη έγκαυμα πρώτου βαθμού που σίγουρα θα ήταν πολύ χειρότερο αν δεν είχαμε ρίξει εξαρχής μπόλικο νερό στο μάτι. Τρία διαφορετικά κολλύρια και συχνή περιποίηση για μερικές μέρες κυριολεκτικά έσωσαν το μάτι του μικρού. Αυτό όμως που τόνισε στους γονείς του ο οφθαλμίατρος είναι το πόσο καλό έκανε το άφθονο νερό από τα πρώτα λεπτά.

Όταν τραυματιστεί ή ερεθιστεί έντονα το μάτι απαιτεί άμεση απομάκρυνση του ερεθιστικού παράγοντα. Το καθαρό νερό για αρκετά λεπτά θα το καθαρίσει και θα το ενυδατώσει. Δε θέλει πολύ για να συμβεί το κακό, όμως συνήθως το αποφεύγεις αν αντιδράσεις έγκαιρα και ψύχραιμα.

Να είστε όλοι καλά και τα παιδιά μας καλύτερα.